"ΟΛΗ Η ΛΑΓΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΠΑΕΙ ΣΤΑ ΛΑΧΑΝΑ ΑΠΟ ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΠΟΘΩΝ"








Thursday, December 3, 2015

νόσος 2


Το μόνο πράγμα που έχει σημασία είναι οι πέντε άνθρωποι που αγαπάς και που σε αγαπάνε.






Sunday, January 11, 2015

Sunday, August 3, 2014

Μαύρο


Πάλι τα ίδια. Άλλος ένας. Μόλις τον είδα σταύρωσε τα πόδια του και έστρεψε το βλέμμα του επιτηδευμένα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Είχε συνηθίσει τα βλέμματα αποστροφής. Όχι ότι δεν τον πείραζε -κάθε φορά ήταν σαν κάτι να σφίγγοταν μέσα του, αλλά, να, είχε συνηθίσει πως έτσι είναι, πως έτσι θα είναι.
    Είναι άλλοι δύο πιο πέρα, κάθονται στα σπαστά καρεκλάκια τους κάτω από την ομπρέλα, μιλάνε και χαχανίζουν, ίσως να καταφέρει να δει ανάμεσα στα σκέλια τους. Περνάει από μπροστά τους, ούτε πολύ κοντά -δεν θέλει να τους τρομάξει, αλλά ούτε πολύ μακρυά -θέλει να δει. Το βλέμμα του κεντράρει, δεν έχουν νόημα οι ντροπές, πρώτα κοιτάζει στα αρχίδια του ενός, μετα στου άλλου.
    Έφτασε στο τέρμα του κολπίσκου. Έχει κόσμο σήμερα, είναι που είχε συννεφιά τις προηγούμενες μέρες και ήρθαν όλοι μαζεμένοι. Θα ανέβει επάνω, θα το κάνει κι ας μην τον βαστούν τα γόνατά του. Θα ανέβει επάνω στους λόφους, να πάρει μάτι από ψηλά.
    Εδώ τα βράχια θέλουν προσοχή. Μικρά βήματα, αργά, μην χάσει την ισορροπία του. Δεν είναι που τον νοιάζει μην γίνει ρεζίλι. Μην σπάσει τίποτα, μην τον βρει κάνα μεγαλύτερο κακό, αυτό τον νοιάζει. Ένα βήμα ακόμα. Δεν έπρεπε να την είχε κάνει εκείνη την γαμημένη την εγχείρηση. Πονούσε πριν, αλλά τουλάχιστο τις καλές μέρες τα βήματά του ήταν σταθερά. Τώρα τα βήματά του ήταν σαν μικρού παιδιού. Κάθε βήμα μια επικείμενη πτώση. Ένα βήμα ακόμα.
    Ξαποσταίνει μια στιγμή, να πάρει μιαν ανάσα. Γυρνά το βήμα του προς τα πίσω. Ο ένας από τους δυό σηκώνεται για βουτιά. Όρθιος είναι σαν άγαλμα. Σε κάθε εκατοστό του σώματός του διαγράφονται μύες ή κόκκαλα. Ατόφια η δύναμη της νιότης, η δύναμη της ομορφιάς. Με δυό βήματα βουτάει στην θάλασσα. Τόση ομορφιά, τόση ομορφιά πονάει. Να τον περιμένει να βγει έξω για να τον δει καλά και από μπροστά; Έχει ήδη αρχίσει να ζαλίζεται απ'τον ήλιο, πόσες ώρες είναι εδώ; Μία; Δύο; Ο μικρός φωνάζει από την θάλασσα κάτι στον φίλο του. Ακόμα και η φωνή του είναι όμορφη. Το γέλιο του, το χαμόγελό του. Πόσο νά΄ναι; Εικοσιέξι- εικοσιεφτά;
    Δεν το περίμενε ότι θα έφτανε κοντά στο ογδόντα. Με αδύναμα πόδια, με αδύναμη καρδιά, με την σάρκα του να φλέγεται ακόμα, πορνόγερος, ανώμαλος -ήξερε τι είναι, ήξερε πως φαίνεται στους άλλους. Ο μικρός βγήκε έξω, πλησιάζει στον φίλο του, κάτι λένε, τον κοιτάνε και γελάνε. Η ντροπή είναι πολυτέλεια πια. Είχε συνηθίσει. Θα προχωρήσει. Θα ανέβει στους λόφους από επάνω. Προσεκτικά μόνο, μην πέσει. Τι ώρα είναι; Προλαβαίνει. Ένα βήμα ακόμα.

Sunday, October 6, 2013

Επαιτεία


Εχθές πήρα τον ηλεκτρικό για να πάω να πιω έναν καφέ με μια φίλη. Στο βαγόνι 8-9 παιδάκια με ποδήλατα, μια υποκουλτούρα, με τατουάζ, φαρδιές μπλούζες και χαμηλοκάβαλα παντελόνια. Τους παρατηρούσα, μου δίναν ελπίδα τα χαμόγελά τους. Για λίγο αισθάνθηκα πως δεν είμαι στην Αθήνα, μια αίσθηση που την έχω ανάγκη όσο τίποτα τελευταία.

Και το όνειρο έληξε απότομα όταν ένας τύπος πήρε την γνωστή θέση στο κέντρο του βαγονιού και άρχισε να μιλάει δυνατά. Βαθιά ανάσα είναι η άμεση αντίδρασή μου, σφίξιμο στο στομάχι, και η ευχή να τελειώσει γρήγορα, να μην με πλησιάσει πολύ, να μείνω αλώβητος από το δράμα του. Μόνο που το λογύδριό του δεν ήταν το γνωστό: "Ξέρω ότι είναι ενοχλητικό, και εμένα με ενοχλούσε πριν γίνω άστεγος. Δεν μπορούσα ποτέ να το φανταστώ ότι θα ζητιανεύω". Η ηθική απόσταση εκμηδενίστηκε απότομα, αυτός ο άνθρωπος είμαι εγώ, εσύ, αυτός ο άνθρωπος είναι η ουσία της βίας που βιώνει στο πετσί του ένας μέσος κάτοικος της Αθήνας.

Θα μπορούσα να μιλάω για ώρες γα τις εικόνες που με τσακίζουν ζώντας στο κέντρο της Αθήνας. Ένας τσιγγάνος να τρώει απομεινάρια από ένα καρπούζι που βρήκε στα σκουπίδια, ένας κομψός πενηντάρης με κοτλέ παντελόνι και φίνα παπουτσια να επαιτεί έξω από τον Ελευθερουδάκη, ένας ταρίφας να βρίζει έναν παππού σε αναπηρικό καροτσάκι στο φανάρι ότι προσποιείται πως είναι ανάπηρος, η φίλη μου να δακρύζει όταν μετά τις διακοπές βρεθήκαμε για καφέ και πλησίασε στο τραπέζι μας ο πρώτος παππούλης με χαρτομάντηλα...

Ο τρόμος είναι παντού. Δεν υπάρχει πλέον ηθική απόσταση από το δράμα του διπλανού. Σημασία έχει να βγει ο μήνας, δεν ονειρεύεσαι πια, δεν βάζεις στόχους, "να λες ευχαριστώ που έχεις και δουλειά". Βία είναι η αίσθηση ή -πιο σωστά- η επίγνωση, ότι αύριο μπορεί να είσαι εσύ αυτός που θα καταλήξει στους δρόμους, βία είναι να μην ελπίζεις...



Wednesday, February 6, 2013

η ελπίδα για αντίσταση


Υπάρχουν μέρες που ξυπνάω και δεν μπορώ να βρω μια θετική σκέψη να κάνω. Ξυλοδαρμοί συλληφθέντων (και τα αντίστοιχα τσιτάτα "η δημοκρατία εκδικείται"), απόκρυψη ειδήσεων, δημοσιογράφοι που κάνουν προπαργάνδα, επίταξη και άλλοι στρατιωτικοί νόμοι, αυθαιρεσία των αρχών, ξεπούλημα των πάντων, ο τσαμπουκάς των μπάτσων...

Όλα αυτά που μας έλεγαν γίνανται πραγματικότητα τελικά. Είχαν δίκιο.

Κατάντια φίλε... Ήλπιζες εσύ ότι θα ζήσεις σε αυτήν την κοινωνία;

Και μένω σπίτι, μουδιασμένος. Δεν είμαι μόνος, είμαστε πολλοί ανίκανοι να αντιδράσουμε και θλιμμένοι λόγω αυτής της ανικανότητας.

Και ξαφνικά, μες στις τύψεις σου και την μιζέρια σου και τον φόβο για το μέλλον έρχονται 4 παιδιά που δεν δαμάστηκαν. Δεν είμαι σίγουρος αν συμφωνώ με τον ένοπλο αγώνα. Βλέπεις, είμαι ανίκανος για βία, την αποστρέφομαι, ακόμα και οι δυνατές φωνές με ταράζουν. Δεν είμαι σίγουρος για τον αναρχισμό, με μπερδεύουν λίγο κάποιες επιλογές τους.

Αλλά, αυτά τα 4 παιδιά, ξέρεις ρε εσύ γιατί μιλάμε όλοι για αυτούς;

Επειδή αυτοί αντέδρασαν κάπως, δεν υπέκυψαν, δεν φοβήθηκαν, δεν έβαλαν την ουρά κάτω από τα σκέλια... Κάναν όλα αυτά που εμείς δεν κάναμε.

Επειδή αυτοί δεν είναι νεκροί όπως εμείς...